Τετάρτη 4 Φεβρουαρίου 2009

Οι ηγέτες της Ευρώπης σε αποκλίνουσα πορεία από τα δίκαια των λαών τους


Από την Πετρούλα Ντελεδήμου

Εδώ και μερικούς μήνες, σε όλο τον κόσμο, όλοι μιλούν για τη χρηματοπιστωτική και την επακόλουθή της οικονομική κρίση. Εκτός από την Ελλάδα, φυσικά. Εδώ μιλάμε για το Βατοπαίδι, τους προσκυνητές υπουργούς και την προσκυνημένη δικαιοσύνη. Όταν η παγκόσμια οικονομία καταρρέει, οι υπεράκτιες εταιρίες των μοναστηριών ανθούν. Ίσως ο κ. Αλογοσκούφης – καθηγητής οικονομικών ο ίδιος – θα έπρεπε να πάρει μαθήματα από τους μοναχούς του Αγίου Όρους…
Αλλά ας επιστρέψουμε στην παγκόσμια οικονομική κρίση, που είναι και το θέμα μας. Το ερώτημα είναι απλό: μας ξάφνιασε, τάχα; Όχι φυσικά! Η συζήτηση για την διαφαινόμενη οικονομική ύφεση ξεκίνησε εδώ και μία
διετία περίπου, ειδικά στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Πριν από τρία χρόνια, ξεκίνησαν οι διαπραγματεύσεις για το Δ΄ ΚΠΣ, οι οποίες κράτησαν ένα χρόνο – περισσότερο από κάθε άλλη φορά. Επί ένα χρόνο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή, προσπαθούσαν να πείσουν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο – και μαζί τους λαούς της Ευρώπης – ότι δεν υπάρχουν χρήματα, ότι ο προϋπολογισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης έπρεπε να συρρικνωθεί. Ότι υπάρχουν «περιττά» κονδύλια «πολυτελείας», που πρέπει να περικοπούν. Τα πρώτα που περικόπηκαν ομόφωνα, ήταν τα κονδύλια για τη νεολαία και για την περιφερειακή ανάπτυξη. Ο προϋπολογισμός της ΕΕ κατέληξε να είναι ο μικρότερος από κάθε άλλη φορά, μόλις το 1% του συνολικού ΑΕΠ των 27 χωρών-μελών (το 1985, όταν οι χώρες-μέλη ήταν δώδεκα, ο προϋπολογισμός ανερχόταν στο 1,5%). Οι ηγέτες ήταν σαφείς: δεν μπορούμε να βρούμε άλλα χρήματα…
Πέρασαν δύο χρόνια από τότε. Το 2008 ήταν η χρονιά της κρίσης. Ξεκίνησε με την εκτόξευση των τιμών των τροφίμων: η φτώχεια, η έλλειψη ακόμη και των βασικών αγαθών, χτύπησε την πόρτα των ανεπτυγμένων χωρών. Η Ευρώπη είδε εικόνες που νομίζαμε ότι ανήκαν μόνο στον τρίτο κόσμο. Οι «πλούσιοι» Ευρωπαίοι άρχισαν να μετρούν τα κέρματά τους στα σούπερ-μάρκετ. Κανείς δεν συγκινήθηκε, κανείς ηγέτης δεν έστερξε τους πολίτες που βαρυγκωμούσαν. Έπειτα ήρθαν τα καύσιμα: η τιμή του πετρελαίου σχεδόν τετραπλασιάστηκε. Και πάλι, οι υπεύθυνοι περίμεναν να «περάσει η μπόρα». Κι ύστερα, οι τράπεζες. Εδώ, πανικοβλήθηκαν όλοι! Η κατάρρευση των μεγάλων τραπεζών (όχι των τραπεζιτών – αυτοί έφυγαν με κέρδη δισεκατομμυρίων στις τσέπες τους), έκανε τις κυβερνήσεις να κινητοποιηθούν. Κανείς δεν ζήτησε από τους τραπεζίτες ούτε λογαριασμό, ούτε απολογία, φυσικά. Ο Άλαν Γκρίνσπαν είπε για το σύστημα που εφάρμοζε επί 20 χρόνια, «λυπάμαι, δεν είχα προβλέψει ότι θα γίνει κάτι τέτοιο, αλλά τώρα δεν μπορώ να κάνω τίποτε». Κοινώς, οι φορολογούμενοι πρέπει πάλι να πληρώσουν.
Όλοι οι Ευρωπαίοι ηγέτες κινήθηκαν – ο καθένας με το δικό του τρόπο. Ο Γκόρντον Μπράουν είπε πως το βρετανικό κράτος θα αγοράσει μετοχές των τραπεζών. Ο Θαπατέρο πως θα αυξήσει τους μισθούς και τις δημόσιες επενδύσεις, και παράλληλα θα προχωρήσει σε αγορά μετοχών. Ο Κ. Καραμανλής εξήγγειλε πως θα συνδράμει τις τράπεζες με ποσό αρκετά μεγαλύτερο από τη χρηματιστηριακή τους αξία την ημέρα της εξαγγελίας…
Και όταν και τα μέτρα αυτά αποδείχθηκαν ανεπαρκή, οι ηγέτες της ΕΕ συνεδρίασαν και αποφάσισαν ομόφωνα να καταρτίσουν ένα σχέδιο διάσωσης των τραπεζών, το οποίο ανέρχεται στο 1,5% του συνολικού ΑΕΠ των χωρών μελών… 0,5% περισσότερο από τον ίδιο τον προϋπολογισμό της ΕΕ, μόλις δύο χρόνια μετά! Ενθουσιώδεις, δήλωσαν: yes, we can! – ναι, μπορούμε!...
Είναι γνωστό, ότι η ιστορία δεν γράφεται με υποθετικά σενάρια και «αν». Μπαίνει όμως κανείς στον πειρασμό να διερωτηθεί, τι θα είχε γίνει αν, πριν από δύο χρόνια, οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του υπόλοιπου κόσμου είχαν αποφασίσει να στηρίξουν γενναία την πραγματική οικονομία, και να τη θωρακίσουν απέναντι στην ύφεση που ήταν ήδη ορατή. Θα ήταν και μία χρήσιμη υπόθεση εργασίας για τους ακαδημαϊκούς που ασχολούνται με τα οικονομικά. Γιατί, απ’ ό,τι φαίνεται, μάλλον ήρθε η ώρα να αλλάξει και ο τρόπος που διδάσκονται τα οικονομικά στα πανεπιστήμια…

Δεν υπάρχουν σχόλια: