Τετάρτη 28 Ιανουαρίου 2009

Η κρίση είναι του κρατισμού


Του ΔΙΑΜΑΝΤΗ Α. ΣΕΪΤΑΝΙΔΗ

Θα περίμενε κανείς οι περισσότερες σελίδες που αφιερώθηκαν από τον ελληνικό Τύπο στην παγκόσμια οικονομική κρίση, να αφορούν στην ενημέρωση των πολιτών για τις παραμέτρους αυτής της κρίσης. Αυτό δεν συνέβη. Ακόμα περισσότερη μελάνη από την ενημέρωση για τα οικονομικά προβλήματα ανά την υφήλιο χύθηκε στον ελληνικό Τύπο για να μας πείσουν οι «γνώστες» ότι η κρίση που απειλεί την παγκόσμια οικονομία στις μέρες μας είναι, δήθεν, «κρίση του καπιταλισμού». Οι εγχώριοι νοσταλγοί του Υπαρκτού Σοσιαλισμού, αντάμα με όσους ζουν και αναπνέουν για να γκρεμοτσακίσουν οτιδήποτε δεν είναι νεφελωδώς και τριτοδρομικά σοσιαλιστικό, πήραν αμπάριζα τις σελίδες των ελληνικών εφημερίδων για να κατεδαφίσουν, ως άλλοι δον Κιχώτες, τους ανεμόμυλους του διεθνούς καπιταλισμού.

Αυτός ο Ύμνος στο Παρελθόν δεν είναι, βέβαια, ελληνική εφεύρεση. Περίπου τα ίδια δήλωσε κι ο εκπρόσωπος Τύπου του Σοσιαλιστικού Κόμματος της Βρετανίας. «Ένα οικονομικό σύστημα που δεν ρυθμίζεται, αποτελεί καταστροφή», υποτονθόρυζε στο ίδιο μήκος κύματος η Σίλα Ρόουμποταμ, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ. Κι ένας αριστερός υποψήφιος για τη Δημαρχία του Λονδίνου, το όνομα του οποίου αρνούμαι να
συγκρατήσω, αποφάνθηκε ότι «ο καπιταλισμός είχε την ευκαιρία του και απέτυχε. Τώρα, είναι η ώρα του σοσιαλισμού». Τα ίδια ακούμε στους κόλπους των Γάλλων σοσιαλιστών, των Γερμανών Πρασίνων, των αριστερών οπαδών του Βελτρόνι στην Ιταλία και, λιγότερο, ανάμεσα στους υπουργούς του Θαπατέρο στην Ισπανία.


Αντεστραμμένη πραγματικότητα

Μιλώντας τη γλώσσα της νεολαίας, κάποιος που έχει έστω και στοιχειώδη συναίσθηση της πραγματικότητας θα έλεγε ότι όλοι αυτοί οι τύποι «έχουν πάρει ληγμένα». Κι αυτό, γιατί η πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετική από αυτή που θέλουν να μας παρουσιάζουν τα τέκνα –γνήσια ή νόθα- του Ιωσήφ Βησσαριόνοβιτς Τσουγκασβίλι.

Θυμίζω μερικά γεγονότα που δεν επιδέχονται αμφισβήτησης: Η μεγάλη κρίση ξεκίνησε από την κατάρρευση της αμερικανικής αγοράς ενυπόθηκων δανείων. Εκείνη ακριβώς την περίοδο, περισσότερα από τα μισά δάνεια είχαν ήδη δοθεί ή εγγυηθεί από τις γνωστές και μη εξαιρετέες εταιρίες Fannie Mae και Freddie Mac, γνωστές και ως «εταιρίες με χορηγό το κράτος» (government sponsored enterprises). Η Fannie Mae ιδρύθηκε από τον Φραγκλίνο Ρούσβελτ την επαύριον της Μεγάλης Ύφεσης του 1929, ενώ η Freddie Mac από το αμερικανικό Κογκρέσο το 1970. Ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια αγόραζαν με προθυμία τίτλους που εξέδιδαν οι δυο εταιρίες, καθώς γνώριζαν ότι η Ομοσπονδιακή κυβέρνηση των ΗΠΑ δεν θα άφηνε ποτέ τα δυο παιδιά του κρατισμού να καταρρεύσουν, πράγμα που επιβεβαιώθηκε στα μέσα Σεπτεμβρίου 2008. Ποιος σοβαρός άνθρωπος περιγράφει όλη αυτή την κατάσταση με τη λέξη «καπιταλισμός»; Κανείς.

Το κράτος στην οικονομία
(ακόμα και) των ΗΠΑ

Η αλήθεια είναι ότι το Αμερικανικό οικονομικό σύστημα είναι έντονα ρυθμιζόμενο. Η πανίσχυρη Επιτροπή Τίτλων και Ανταλλαγών (SEC) από το 1934 οπότε ιδρύθηκε, καθορίζει με αυστηρότητα το πλαίσιο σχετικά με όλα τα είδη οικονομικών ανταλλαγών από την εγγραφή των τίτλων μέχρι την κοινοποίηση των εταιρικών πληροφοριών. Μάλιστα το 2002, με το νόμο Σαρμπάνη-Όξλεϊ οι αρμοδιότητες της Επιτροπής αυτής διευρύνθηκαν.

Αλλά, γιατί πάμε μακριά; Δεν είναι ο ίδιος ο Υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης Μπους, Χανκ Πόλσον, που δήλωσε τον Σεπτέμβριο 2008: «δεν πιστεύω στον ωμό καπιταλισμό χωρίς ρύθμιση»; Τελικά, αυτό θέλουμε; Έναν οικονομικό σοσιαλισμό με καπιταλιστικό ανθρώπινο πρόσωπο, ή –ακόμα χειρότερα- έναν κρατικό καπιταλισμό με ισχυρές σοσιαλιστικές δόσεις;

Ας το επισημάνουμε μια ακόμα φορά: Δεν υπάρχει κανένας λόγος να εμπιστευθεί κανείς το κράτος, προκειμένου αυτό να «ρυθμίσει» την αγορά. Το κράτος δεν είναι κάτι «υπεράνθρωπο», αντίθετα αποτελείται από άτομα, είτε είναι πολιτικοί (η εμπιστοσύνη των πολιτών στους οποίους είναι ελάχιστη) είτε γραφειοκράτες (που ούτε θέλουν, ούτε μπορούν να εξυπηρετήσουν τον πολίτη). Πολύ περισσότερο, πολιτικοί και γραφειοκράτες, το «κράτος» δηλαδή, λειτουργεί και ενεργεί με σκοπό τα κίνητρα και τα ενδιαφέροντα των ανθρώπων που το αποτελούν, δηλαδή των πολιτικών και των γραφειοκρατών.

Οι ευθύνες της αγοράς

Από τη μια μεριά, τα ιδιωτικά κεφάλαια που προηγουμένως αναφέρθηκαν, είναι σαφές ότι «λύγισαν» μπροστά στη «θεία χάρη του κράτους», όπως έλεγε ο Ζαν Φρανσουά Ρεβέλ, κι αυτό είναι απόλυτη ευθύνη των διαχειριστών αυτών των κεφαλαίων, δηλαδή δυνάμεων της αγοράς. Από την άλλη, είναι η συμπεριφορά ορισμένων golden boys. Μια από τις βασικές υποχρεώσεις που έχει ένας διαχειριστής κεφαλαίων είναι να στέλνει σε τακτά χρονικά διαστήματα μια επιστολή- ραπόρτο στους επενδυτές, προκειμένου να τους ενημερώνει για την απόδοση των κεφαλαίων τους. Αν η διαχείριση των κεφαλαίων αυτών από τον διαχειριστή δεν είναι αποδοτική, πρέπει ο τελευταίος να καταβάλει το τίμημα των επιλογών του.

Ή μήπως όχι; Γιατί, όσο τα πράγματα στις αγορές πάνε καλά, τις αναφορές αυτές είναι να τις ζηλεύει κανείς: Περιγράφουν τις συνθήκες της αγοράς, τις επενδυτικές ευκαιρίες και προτείνουν τα δικά τους «Άλφα». Όταν όμως οι αγορές παίρνουν την κατιούσα, τότε οι περιοδικές επιστολές των golden boys γίνονται αρκετά δύσκολες αποστολές.

Φταίνε πάντα οι… άλλοι!

Μια τέτοια επιστολή- αναφορά έπεσε στα χέρια μας. Δεν έχει σημασία ποιο fund το έστειλε και σε ποιους. Σημασία έχει με ποιο τρόπο δικαιολογεί τη λανθασμένη εκ μέρους του διαχείριση των κεφαλαίων του πελάτη. Περιγράφουμε την επιστολή και μέσα στις παρενθέσεις αναφέρουμε αυτό που εμείς θα γράφαμε: Ξεκινά με το ότι «τα γεγονότα του Σεπτεμβρίου 2008 είχαν αρνητικές επιπτώσεις στις επενδύσεις μας (δηλαδή στα χρήματά σου)» και στη συνέχεια αναιδώς υποστηρίζει ότι «μπορούμε να σας εξηγήσουμε πώς τα κεφάλαιά σας θα ανακτήσουν την αξία τους (δηλαδή μην αλλάξετε διαχειριστές, εμείς που τα κάναμε θάλασσα, τώρα ξέρουμε πώς θα τα φτιάξουμε!)». Ακολούθως η επιστολή αναφέρει ότι ο επενδυτής, μαζί με το fund, θα έχουν την ευκαιρία να μετέχουν στο γύρισμα των αγορών προς θετικά πρόσημα και, κυρίως, το fund (που ευθύνεται για τη διαχείριση των κεφαλαίων του επενδυτή) «θα είναι καταλύτης στην προσπάθεια να ξανακερδίσουμε τις απώλειές μας (δηλαδή το χάσιμο των χρημάτων ΣΟΥ, κύριε επενδυτή)». Εν κατακλείδι, η επιστολή αναφέρει ότι οι απώλειες οφείλονται «στην κατάρρευση του διεθνούς νομισματικού συστήματος». Φταίει ο κόσμος όλος, δηλαδή, αλλά όχι ο διαχειριστής.

Είναι ξεκάθαρο ότι αυτή η αντίληψη, ολιγαρχική στον πυρήνα της, βλάπτει μακροπρόθεσμα τη σχέση επενδυτών και διαχειριστών κεφαλαίων, υπονομεύει την έννοια του καπιταλισμού και της ελεύθερης αγοράς στην ελληνική κοινωνία και ενισχύει την καχυποψία που ενδημεί στη νεοελληνική πολιτική σκηνή και την κοινωνική της βάση.

Απαραίτητες διευκρινήσεις

Στην νεοελληνική συζήτηση τέτοιων θεμάτων, όπου κυριαρχεί πλήρως η σοσιαλιστική αντίληψη ότι κάθε τι που πλησιάζει στις οικονομίες της Δύσης είναι εξαρχής βλαβερό κι απάνθρωπο, η ελεύθερη αγορά βρίσκεται μονίμως στο εδώλιο του κατηγορουμένου. Πράγματι, ίσως κάποιος υποστηρίξει ότι η απληστία και ο καταναλωτισμός αποτελούν μέρος αυτού που αποκαλούμε «καπιταλιστική ιδεολογία». Ωστόσο, υπάρχουν ισχυρά επιχειρήματα όσων υπερασπίζονται την ελεύθερη αγορά, που αναφέρουν ότι η ομαλή και βιώσιμη λειτουργία των αγορών προϋποθέτει μια σειρά ηθικών κανόνων, όπως η εργατικότητα που διασφαλίζει την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα, αλλά και η υπευθυνότητα στη διαχείριση των πραγμάτων μιας οικονομικής μονάδας. Οι ίδιοι υποστηρίζουν ότι είναι το μεγάλο κράτος κι όχι η ελεύθερη αγορά που ενθαρρύνει τη χρηματοοικονομική ανευθυνότητα, όπως προκύπτει από τα παραδείγματα των Fannie Mae και Freddie Mac στην αρχή του παρόντος άρθρου.

Το 2006 ο οικονομολόγος Χέσους Χουέρτα ντε Σότο εξέδωσε ένα βιβλίο με τίτλο «Χρήμα, Τραπεζικές Πιστώσεις και Οικονομικοί Κύκλοι» στο οποίο υποστηρίζει ότι οι νομισματικές πολιτικές που γεννούν πληθωρισμό δεν είναι μια φυσική συνέπεια της ελεύθερης λειτουργίας της αγοράς, αλλά αντίθετα είναι ευθύνη του κράτους που αναμιγνύεται στη διακίνηση του χρήματος και καταθέτει τα κεφάλαιά του σε τράπεζες. «Η Κεντρική Τράπεζα δεν προέκυψε από τους θεσμούς της ελεύθερης αγοράς, αλλά επιβλήθηκε βίαια από την Κυβέρνηση (σ.σ. των ΗΠΑ) και ήταν αποτέλεσμα απαιτήσεων που προήλθαν από πολύ ισχυρές ομάδες πίεσης» αναφέρει.

Τι ορίζει η Κυβέρνηση

Σε άλλο σημείο του βιβλίου του ο ντε Σότο υποστηρίζει ότι το σημερινό οικονομικό σύστημα, που βρίσκεται σε κρίση, «…παραμένει σε κατάσταση μονοπωλίου, από την ώρα που η Κυβέρνηση διατηρεί για τον εαυτό της το προνόμιο να λαμβάνει τις αποφάσεις- κλειδιά για τον τύπο και την ποσότητα του χρήματος και των πιστώσεων που διαχύνονται στο οικονομικό σύστημα. Συνεπώς η αγορά χρήματος υπόκειται σε έναν κεντρικό προγραμματισμό, υπόκειται δηλαδή σε μια μεγάλης κλίμακας παρέμβασης, συνεπώς είναι με ευρεία έννοια σοσιαλιστική».

Υπερβολή; Ίσως είναι υπερβολή να αποκαλείς την αγορά χρήματος των ΗΠΑ σοσιαλιστική. Αλλά ως επιχείρημα, έχει την αξία του και είναι χρήσιμο όσοι δεν αγωνίζονται να αποδείξουν αυτά που πιστεύουν, αλλά πασχίζουν να πιστέψουν αυτά που αποδεικνύονται, όχι μόνο να το γνωρίζουν, αλλά και να το ενσωματώσουν στη φαρέτρα των επιχειρημάτων τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια: